dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ουσιαστικό
η
ναρκομανία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Drogenabhängigkeit
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
ναρκομανία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Drogensucht
Ⓦ
Ⓖ
…