dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
ο
μπόγος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Bündel
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
μπόγος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Ballen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
μπόγος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Fässchen
Ⓦ
Ⓖ
…