dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίθετο
μετρημένος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
gezählt
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
μετρημένος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
ausgemessen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
μετρημένος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
berechnet
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
μετρημένος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
bescheiden
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
μετρημένος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
besonnen
Ⓦ
Ⓖ
…