dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίθετο
μετέωρος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
schwebend
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
μετέωρος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Feuerball
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
μετέωρος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
in der Schwebe
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
μετέωρος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
in der Luft
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
μετέωρος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Sternschnuppe
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)