dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίθετο
μελαχρινός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
dunkelhäutig
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
μελαχρινός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
brünett
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
μελαχρινός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
dunkel
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
μελαχρινός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
dunkelbraun
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
μελαχρινός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
dunkelhaarig
Ⓦ
Ⓖ
…