dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
μήτρα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Gebärmutter
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
μήτρα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Gussform
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
μήτρα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Matrix
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
μήτρα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Pressform
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
μήτρα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Uterus
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)