dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
ο
λωποδύτης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Gauner
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
λωποδύτης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Ganove
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
λωποδύτης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Taschendiebin
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
λωποδύτης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Taschendieb
Ⓦ
Ⓖ
…