dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίθετο
λιγόλογος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
wortkarg
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
λιγόλογος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
nicht gesprächig
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)