dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
ο
λεωφόρος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Hauptverkehrsstraße
Ⓦ
Ⓖ
…
λεωφόρος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Öffentliche Straße
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
λεωφόρος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Boulevard
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
λεωφόρος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Allee
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
λεωφόρος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Avenue
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
λεωφόρος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Prachtstraße
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)