dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
λανθάνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
verbergen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
λανθάνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
verborgen sein
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
λανθάνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
latent vorhanden sein
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
λανθάνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
verdecken
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)