dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
ο
λαιμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Hals
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
λαιμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Gurgel
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
λαιμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Kehle
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
λαιμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Kragen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
λαιμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Rachen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
λαιμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Schlund
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)