dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
το
λάστιχο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Gummi
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
λάστιχο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Reifen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
λάστιχο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Radiergummi
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
λάστιχο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Panne
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
λάστιχο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Schlauch
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
λάστιχο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Autoreifen
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)