dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
λάντζα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Spüle
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
λάντζα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Abwasch
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
λάντζα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Abwaschbecken
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
λάντζα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
langweilige Arbeit
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
λάντζα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Motorboot
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
λάντζα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Spülen
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)