dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
κωμόπολη
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Ortschaft
Ⓦ
Ⓖ
…
κωμόπολη
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Kleinstadt
Ⓦ
Ⓖ
…