dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ουσιαστικό
η
κτηνωδία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Brutalität
Ⓦ
Ⓖ
…
!
κτηνωδία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Grausamkeit
Ⓦ
Ⓖ
…
!
κτηνωδία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Unmenschlichkeit
Ⓦ
Ⓖ
…