dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
ο
κολαούζος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Heuchler
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
κολαούζος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Führer
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
κολαούζος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Lakai
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
κολαούζος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Reisebegleiter
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
κολαούζος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Schneideisenhalter
Ⓦ
Ⓖ
…