dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
κληρονομία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Erbschaft
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
κληρονομιά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Erbe
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
κληρονομιά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Vererbung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
κληρονομιά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Erbschaft
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)