dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ρήμα
καταπραΰνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
besänftigen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
καταπραΰνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
lindern
Ⓦ
Ⓖ
…