dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
καταπίεση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Unterdrückung
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
καταπίεση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Bedrückung
Ⓦ
Ⓖ
…