dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Επίθετο
καταξιωμένος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
angesehen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
καταξιωμένος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
unbestritten
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
καταξιωμένος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
anerkannt
Ⓦ
Ⓖ
…