dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
κατάταξη
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Einordnung
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
κατάταξη
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Einstellung
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
κατάταξη
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Klassifizierung
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)