dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
το
καρφί
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Nagel
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
καρφί
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Schmetterball
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
καρφί
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Verräter
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
καρφί
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Spitzel
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)