dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
κακομεταχειρίζομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
misshandeln
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
κακομεταχειρίζομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
malträtieren
Ⓦ
Ⓖ
…