dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
το
καζανάκι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Spülkasten
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
καζανάκι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Wasserspülung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
καζανάκι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Toilettenspülung
Ⓦ
Ⓖ
…