dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίθετο
ιστορικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
geschichtlich
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
ιστορικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
historisch
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
ιστορικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Historiker
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
ιστορικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Geschichtsforscher
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)