dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ουσιαστικό
ο
ηττοπαθής
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Miesmacher
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
ηττοπαθής
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Pessimist
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
ηττοπαθής
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
pessimistisch
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
ηττοπαθής
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Unke
Ⓦ
Ⓖ
…