dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
ζύμωση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Gärung
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
ζύμωση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Knetung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
ζύμωση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Fermentation
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)