dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
ζητωκραυγή
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Beifall
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
ζητωκραυγή
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Beifallsgeschrei
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
ζητωκραυγή
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Hochruf
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
ζητωκραυγή
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Hurra
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
ζητωκραυγή
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Jubel
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
ζητωκραυγή
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Jubelruf
Ⓦ
Ⓖ
…