dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίθετο
ζηλευτός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
beneidenswert
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)