dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
ζήτηση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Suchen
Ⓦ
Ⓖ
…
ζήτηση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Nachfrage
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
ζήτηση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Suche
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
ζήτηση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Anforderung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
ζήτηση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Verlangen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
ζήτηση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Erforschung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
ζήτηση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Nachsuchen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
ζήτηση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Bedarf
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)