dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
το
εύσημο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Auszeichnung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
εύσημο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Anerkennung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
εύσημο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Verdienst
Ⓦ
Ⓖ
…