dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Επίθετο
ευκολόπιστος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
blauäugig
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
ευκολόπιστος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
leichtgläubig
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
ευκολόπιστος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
weltfremd
Ⓦ
Ⓖ
…