dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
ευθύνομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
einstehen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ευθύνομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
verantwortlich sein
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ευθύνομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
haften
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)