dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίθετο
εξωπραγματικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
irreal
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
εξωπραγματικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
weltfremd
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
εξωπραγματικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
wirklichkeitsfremd
Ⓦ
Ⓖ
…