dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ρήμα
εξιλεώνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
besänftigen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
εξιλεώνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
sühnen
Ⓦ
Ⓖ
…