dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
ενδυμασία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Kleidung
Ⓦ
Ⓖ
…
ενδυμασία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Kostüm
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
ενδυμασία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Tracht
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)