dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
ενάγων
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Beschwerdeführer
Ⓦ
Ⓖ
…
ενάγων
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Kläger
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)