dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίθετο
εισαγωγικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
einleitend
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
εισαγωγικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Einfuhr-
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
εισαγωγικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Import-
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
εισαγωγικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
einführend
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)