dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίθετο
εγχώριος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
einheimisch
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
εγχώριος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
heimisch
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
εγχώριος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
hiesig
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
εγχώριος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Inlands-
Ⓦ
Ⓖ
…