dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
το
δυναμό
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Lichtmaschine
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
δυναμό
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Dynamo
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
δυναμό
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Gleichstromerzeuger
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)