dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
ο
δικηγόρος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Advokat
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
δικηγόρος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Anwalt
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
δικηγόρος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Anwältin
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
δικηγόρος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Jurist
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
δικηγόρος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Rechtsanwalt
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
δικηγόρος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Rechtsanwältin
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
δικηγόρος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Rechtsberater
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)