dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ουσιαστικό
η
δικέφαλος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Bizeps
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
δικέφαλος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
zweiköpfig
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)