dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
διενέργεια
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Ausführung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
διενέργεια
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Verrichtung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
διενέργεια
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Vornahme
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
διενέργεια
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Durchführung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
διενέργεια
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Abwicklung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
διενέργεια
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Tätigkeit
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)