dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίθετο
διατηρητέος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
denkmalgeschützt
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
διατηρητέος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
unter Denkmalschutz
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
διατηρητέος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
geschützt
Ⓦ
Ⓖ
…