dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
διαρκώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
dauern
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
διαρκώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
währen
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)