dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
διαλογή
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Auslesen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
διαλογή
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Abscheidung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
διαλογή
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Auswahl
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
διαλογή
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Sichtung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
διαλογή
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Trennung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
διαλογή
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Ziehung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
διαλογή
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Abtrennung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
διαλογή
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Stofftrennung
Ⓦ
Ⓖ
…