dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
το
δημόσιο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Staat
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
δημόσιο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Fiskus
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
δημόσιο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
öffentliche Hand
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
Δημόσιο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Staat
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
δημόσιο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Staatskasse
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)