dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ουσιαστικό
το
δεδομένο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Fakt
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
δεδομένο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Tatsache
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
δεδομένο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Gegebenheit
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)