dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
το
γύρισμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Dreharbeiten
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
γύρισμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Drehen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
γύρισμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Drehung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
γύρισμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Umschlag
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
γύρισμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Wende
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
γύρισμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Wenden
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)