dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Επίθετο
γυμνασμένος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
geübt
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
γυμνασμένος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
in Form
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
γυμνασμένος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
trainiert
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
γυμνασμένος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
fit
Ⓦ
Ⓖ
…